- ἅννων
- ἔννων , ἔννουςthoughlfulmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἄννων — masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άννων — Βλ. λ. Άνων … Dictionary of Greek
ἄννων — ἀνά νάω flow imperf ind act 3rd pl (homeric) ἀνά νάω flow imperf ind act 1st sg (homeric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άνων ή Άννων — Όνομα στρατηγών και ναυάρχων των Καρχηδονίων. 1. Γιος του Αμίλκα (; – 488; π.Χ.). Υπέταξε τους Λουσιτανούς, αλλά εξαφανίστηκε στη μάχη της Ιμέρας (488 π.Χ.). Η παράδοση αναφέρει ότι έπλευσε κατά μήκος των αφρικανικών ακτών του Ατλαντικού, μέχρι… … Dictionary of Greek
Ἀννώνων — Ἄννων masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄννωνα — Ἄννων masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄννωνι — Ἄννων masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄννωνος — Ἄννων masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ганнон — (Наппо, Άννων). Современник Ганнибала. Он был предводителем аристократической партии в Карфагене и всячески старался вредить Ганнибалу в его походах против римлян. (Источник: «Краткий словарь мифологии и древностей». М.Корш. Санкт Петербург,… … Энциклопедия мифологии
ГАННОН — • Hanno, Άννων, 1. сын Гамилькара, мореплаватель, известный путешествием, предпринятым им, вероятно, в 470 г. или уже в 510 г. до Р. X. вдоль западного берега Африки, посредством которого он старался распространить власть и… … Реальный словарь классических древностей